Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


raccomandàto  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [rakkomanˈdato]

1 πρόσωπο με καλές συστάσεις
2 προστατευόμενος κάποιου

raccomandàto  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [rakkomanˈdato]

1 παρεχόμενος με συστάσεις
2 συνιστώμενος
3 στερεωμένος
4 συστημένος
5 επισυναπτόμενος


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  raccomandatario raccomandatorio  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


lettera [θηλ.] raccomandata = το συστημένο γράμμα


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

raccomandante (επίθ.)
raccomandare (ρ. μτβ.)
raccomandarsi (ρ.μ. (αντων.))
raccomandata (θηλ.ουσ)
raccomandatario (ουσ αρσ )
raccomandato (ουσ αρσ )
raccomandato (επίθ.)
raccomandatorio (επίθ.)
raccomandazione (θηλ.ουσ)
raccomodamento (ουσ αρσ )
raccomodare (ρ. μτβ.)
raccomodatura (θηλ.ουσ)
racconciare (ρ. μτβ.)
racconciarsi (ρ.μ. (αντων.))
racconciatura (θηλ.ουσ)
racconsolare (ρ. μτβ.)
raccontabile (επίθ.)
raccontafavole (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
raccontare (ρ. μτβ.)
racconto (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---