ItalianoGreco


sedùta  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [seˈduta]

η συνεδρίαση


permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


seduta [θηλ.] spiritica = η πνευμαστική συγκέντρωση



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---