Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


sepolcràle  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [sepolˈkrale]

1 ζοφερός
2 κατηφής
3 νεκρικός
4 πένθιμος


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  sepiolite sepolcreto  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

separato (επίθ.)
separatore (αρσ. επίθ και ουσ)
separazione (θηλ.ουσ)
separè, separé (ουσ αρσ )
sepiolite (θηλ.ουσ)
sepolcrale (επίθ.)
sepolcreto (ουσ αρσ )
sepolcro (ουσ αρσ )
sepolto (αρσ. επίθ και ουσ)
sepoltura (θηλ.ουσ)
seppellimento (ουσ αρσ )
seppellire (ρ. μτβ.)
seppellirsi (ρ.μ. (αντων.))
seppellitore (αρσ. επίθ και ουσ)
seppia (θηλ.ουσ)
seppure (σύνδ.)
sepsi (θηλ. επίθ και ουσ)
septicemia (θηλ.ουσ)
sequela (θηλ.ουσ)
sequenza (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---