ItalianoGreco


sfóttere  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [ˈsfottere]

1 πειράζω
2 τσατίζω
3 ερεθίζω
4 παροργίζω
5 θίγω
6 περιγελώ
7 κοροὶδεύω
8 προκαλώ θυμό ή σύγχυση
9 κουρντίζω
10 σκανδαλίζω

sfottersi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [ˈsfottersi]

πειράζομαι με κάποιον


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---