Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsganasciàre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [zganaʃˈʃare] 1 συντρίβω 2 εξαρθρώνω τα σαγόνια 3 θρυμματίζω 4 θραύω sganasciàrsi ρήμα μέσο αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [zganaʃˈʃarsi] βγάζω τα σαγόνια μου permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |