Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


semàntico  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [seˈmantiko]

1 σημασιολογικός
2 εννοιολογικός


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  semanticità semantista  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

semaforista (ουσ αρσ και θηλ.)
semaforo (ουσ αρσ )
semantema (ουσ αρσ )
semantica (θηλ.ουσ)
semanticità (θηλ.ουσ)
semantico (επίθ.)
semantista (ουσ αρσ και θηλ.)
semasiologia (θηλ.ουσ)
semasiologico (επίθ.)
semasiologo (ουσ αρσ )
sembiante (αρσ. επίθ και ουσ)
sembianza (θηλ.ουσ)
sembrare (ρ.αμτβ.)
seme (ουσ αρσ )
semeiologo (ουσ αρσ )
semeiotica (θηλ.ουσ)
semeiotico (επίθ.)
sementa (θηλ.ουσ)
semente (θηλ.ουσ)
semenza (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---