sfibràre
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [sfiˈbrare]
1 καταβάλλω
2 εξουθενώνω
3 αδυνατίζω
4 αλέθω (ξύλο) σε πολτό
5 φθείρω
6 εξαντλώ
7 αποθαρρύνω κάποιον
8 εκνευρίζω
9 αφαιρώ ίνες
10 εξασθενίζω
11 συγχύζω
12 πτοώ
sfibrarsi
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)
Προσφορά I.P.A.: [sfiˈbrarsi]
1 καταπονούμαι
2 εξαντλούμαι
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [sfiˈbrare]
1 καταβάλλω
2 εξουθενώνω
3 αδυνατίζω
4 αλέθω (ξύλο) σε πολτό
5 φθείρω
6 εξαντλώ
7 αποθαρρύνω κάποιον
8 εκνευρίζω
9 αφαιρώ ίνες
10 εξασθενίζω
11 συγχύζω
12 πτοώ
sfibrarsi
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)
Προσφορά I.P.A.: [sfiˈbrarsi]
1 καταπονούμαι
2 εξαντλούμαι
permalink
sfibrare (ρ. μτβ.)
sfibrarsi (ρ.μ. (αντων.))

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android