ItalianoGreco


slabbràre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [zlabˈbrare]

1 διευρύνω
2 διανοίγω τα χείλη
3 ανοίγω το στόμιο

slabbrarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [zlabˈbrarsi]

1 ανοίγω στα χείλη
2 αποκτώ ανοίγματα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z