Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsmussatùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [zmussaˈtura] 1 φαλτσογώνιασμα 2 στρογγύλεμα των άκρων 3 αμβλύ όργανο 4 στόμωμα 5 ξάκρισμα 6 στρογγύλεμα 7 άμβλυνση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |