ItalianoGreco


snaturaménto  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [znaturaˈmento]

1 αλλοίωση
2 νόθευση
3 αλλοτρίωση
4 αφαίρεση πολιτικών δικαιωμάτων
5 αποξένωση


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z