Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόscribacchìno
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [skribakˈkino] 1 παρακατιανός συγγραφέας 2 άσημος και άσχετος συγγραφέας 3 κακογράφος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |