Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsnellìre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [znelˈlire] 1 απλοποιώ 2 απλουστεύω 3 εκλαὶκεύω 4 κάνω κάποιον αδύνατο 5 επιταχύνω 6 διευκολύνω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |