Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsnervàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [znerˈvato] 1 εξασθενημένος 2 αδύναμος 3 λιγόψυχος 4 άψυχος 5 ήρεμος και ψυχρός 6 άτονος 7 εξαντλημένος 8 αποχαυνωμένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |